Στόχος μας είναι η ανάπτυξη μιας μακροχρόνιας σχέσης εμπιστοσύνης για την καλύτερη ικανοποίηση των αναγκών σας.
Επιλέξτε μας σήμερα για τις ανάγκες σας για Seat.
Η SEAT (προφέρεται: [ˈse.at]) είναι, με διαφορά, η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ισπανίας. Ιδρύθηκε στις 9 Μαΐου 1950 από το Εθνικό Ινστιτούτο Βιομηχανίας (Instituto Nacional de Industria, INI) της Ισπανίας, και σήμερα αποτελεί θυγατρική εταιρεία του γερμανικού ομίλου Volkswagen. Τα κεντρικά της SEAT βρίσκονται στο βιομηχανικό συγκρότημα της SEAT στο Μαρτορέλ (Martorell), κοντά στη Βαρκελώνη της Ισπανίας.
Το 2000, η ετήσια παραγωγή ξεπερνούσε τις 500.000 οχήματα και συνολικά μέχρι το 2006 είχαν παραχθεί πάνω από 16 εκατομμύρια αυτοκίνητα SEAT (συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων από 6 εκατομμυρίων που έχουν βγει από τις γραμμές παραγωγής στο εργοστάσιο του Μαρτορέλ) με τα δύο τρίτα της ετήσιας παραγωγής να εξάγονται σε περισσότερες από 70 χώρες παγκοσμίως. Το 2017, η συνολική ετήσια παραγωγή έφτασε τα 536.462 αντίτυπα.
Το όνομα «SEAT» προέρχεται από το ακρωνύμιο «SEAT» που σήμαινε «Sociedad Española de Automóviles de Turismo» (Ισπανική Εταιρεία για Αυτοκίνητα Τουρισμού). Από το 1990 όμως, το επίσημο όνομα της εταιρείας έχει γίνει «SEAT S.A.» (Σέατ, Ανώνυμη Εταιρεία).
Ίδρυση της SEAT
Η SEAT κρατά τις ρίζες της πίσω στις 22 Ιουνίου 1940, όταν η ιδιωτική ισπανική τράπεζα «Banco Urquijo» ίδρυσε τη «Sociedad Ibérica de Automóviles de Turismo» (S.I.A.T.) ως προάγγελο της SEAT με το φιλόδοξο στόχο να εδραιωθεί ως η εθνική αυτοκινητοβιομηχανία της Ισπανίας, ένα πλάνο που αργότερα έμελλε να αναληφθεί από το «Instituto Nacional de Industria» (I.N.I.).
Το πρώτο έμβλημα της SEAT.
Η SEAT υπό την τρέχουσα ονομασία ιδρύθηκε στις 9 Μαΐου 1950 με το πλήρες όνομα «Sociedad Española de Automóviles de Turismo, S.A.» (S.E.A.T.) από το «Instituto Nacional de Industria» (I.N.I.) με αρχικό κεφάλαιο 600 εκατομμυρίων Πεσετών, σε μια στιγμή που η χώρα τελούσε υπό την ανάγκη να ανασυντάξει τις βασικές δομές της εθνικής της οικονομίας, αμέσως μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Η γέννηση της SEAT ήρθε σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά αφότου η ισπανική Κυβέρνηση και έξι ισπανικές τράπεζες ( «Banco Urquijo», «Banco Español de Crédito (Banesto)», «Banco de Bilbao», «Banco de Vizcaya», «Banco Hispano-Americano» και «Banco Central» ) είχαν υπογράψει στις 26 Οκτωβρίου 1948 μία σύμβαση στρατηγικής συνεργασίας με την ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Fiat με αντικείμενο το σχηματισμό συμμαχίας με κάποιο ξένο σύμμαχο που θα οδηγούσε στην ίδρυση της μεγαλύτερης ισπανικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Ανάμεσα στους υποψήφιους εταίρους η γερμανική Volkswagen και η ιταλική Fiat ήταν οι επικρατέστεροι, ωστόσο η ιταλική εταιρεία Fiat αναδείχθηκε ως η τελική επιλογή για το εγχείρημα που θα έμελλε να καταστήσει τη SEAT σε θέση όχι μόνο να επανεκκινήσει την οικονομία της χώρας ως ο μεγαλύτερος εργοδότης στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, αλλά και επίσης και να συμβάλει στην εκβιομηχάνιση και το μετασχηματισμό της ισπανικής κοινωνίας σε ένα πιο μοντέρνο τρόπο ζωής, μια κοινωνία που μέχρι τότε ήταν περισσότερο στραμμένη στον αγροτικό τομέα παραγωγής. Εξάλλου και από τη μεριά της η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία χρειαζόταν να διεκδικήσει μια θέση στη μεταπολεμική ισπανική αγορά και να βρει ένα μονοπάτι επιστροφής στην Ισπανία μετά τη λήξη του ισπανικού εμφυλίου, μίας διαμάχης που είχε οδηγήσει το 1936 στην καταστροφή της - υπό τη σύντομης διάρκειας ιδιοκτησία της θυγατρικής της «Fiat-Hispania» και αποκτηθείσα από τη Hispano-Suiza - μονάδας παραγωγής στη Γκουανταλαχάρα.
Παρ´όλο που αρχικά υπήρχαν σκέψεις για λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές στην ισπανική ενδοχώρα, όπως στο Βαγιαδολίδ και το Μπούργος, τελικά αποφασίστηκε να κατασκευαστεί το εργοστάσιο της SEAT στη ζώνη διακίνησης αφορολόγητων προϊόντων του λιμανιού της Βαρκελώνης (Barcelona Zona Franca), η οποία και θα παρείχε καλύτερη πρόσβαση στη Μεσόγειο και το υπόλοιπο της Ευρώπης. Η Βαρκελώνη ήταν άλλωστε μία πόλη με βιομηχανικό υπόβαθρο και εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό από τις αρχές του εικοστού αιώνα, μία μητρόπολη για πολλούς ιστορικούς ισπανικούς κατασκευαστές αυτοκινήτων όπως η Hispano-Suiza και η Elizalde, αλλά και τόπος υποδοχής για εργοστάσια ξένων κατασκευαστών όπως η «Ford Motor Ibérica» και η «General Motors Peninsular». Όντας ταυτόχρονα εταιρεία ζωτικής σημασίας για την εθνική οικονομία αλλά και επενδυτική ευκαιρία για τα σχέδια επέκτασης της Fiat δια της Ιβηρικής χερσονήσου, η SEAT θα απολάμβανε απαλλαγών φόρων και δασμών από το κράτος, αλλά και τεχνικής υποστήριξης από τον ξένο της σύμμαχο. Ο πρώτος πρόεδρος της SEAT που ανέλαβε ήταν ο José Ortiz Echagüe, ένας πιλότος και μηχανικός προερχόμενος από την «Construcciones Aeronáuticas (CASA)», το μεγαλύτερο κατασκευαστή αεροσκαφών της Ισπανίας, στην οποία και κατείχε προηγουμένως τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου.